- καταβροχθίζεται
- καταβροχθίζωgulp downpres ind mp 3rd sgκαταβροχθίζωgulp downpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βρόμος — (I) ο (Α βρόμος) βρόμη, ονομασία αγρωστώδους που χρησιμεύει ως τροφή των ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < βρέμω*, ίσως επειδή θεωρούνταν ότι το φυτό αυτό προστάτευε από τους κεραυνούς]. (II) ο (AM βρόμος, Α και βρῶμος) άσχημη μυρωδιά νεοελλ. 1. ακαθαρσία 2.… … Dictionary of Greek
βοθριοκέφαλος — Σκουλήκι που ανήκει στους πλατυέλμινθες σκώληκες και στην ομοταξία των κεστωδών ή ταινιών. Έχει μορφή επίπεδης ταινίας, μήκους 10 12 εκ. που διαιρείται σε πολλά ορθογώνια μεταμερή τμήματα, τις προγλωττίδες, που είναι ενωμένα σε μια αλυσίδα και… … Dictionary of Greek
Φαλκονέ, Ετιέν Μορίς — (Falconet, Παρίσι 1716 – 1791). Γάλλος γλύπτης, συγγραφέας και μεταφραστής. Μαθητής του Ζ. Μπ. Λεμουάν, δέχτηκε αρχικά την επίδραση του Μπερνίνι και του Πιζέ, φανερή στα έργα του Ο Μίλων ο Κροτωνιάτης ενώ καταβροχθίζεται από λιοντάρι (1744,… … Dictionary of Greek